News & Events
Οι Κρήτες για δύο αιώνες μετά τη βενετσιάνικη κατάκτηση (1204) συνέχισαν να φορούν τα βυζαντινά ενδύματα. Κατόπιν υιοθέτησαν τη βενετσιάνικη μόδα.
Η ανδρική παραδοσιακή φορεσιά με τη βράκα κάνει την εμφάνισή της στις αρχές του 16ου αιώνα. Η προέλευση ωστόσο της βράκας απασχόλησε πολλούς. Η άποψη ότι ήταν άγνωστη στην Κρήτη πριν από την τουρκική κατάκτησή της δεν είναι εξακριβωμένη.
Τα μέρη της ανδρικής φορεσιάς είναι: βράκα, πουκάμισο , γελέκι (κλειστό ή ανοιχτό), «μεϊντάνι», ζώνη, «καπότο», σπαστό φεσάκι ή «σαρίκι», κάλτσες, «στιβάνια», ασημομάχαιρο και «καδένα».
Το χαρακτηριστικό στοιχείο της φορεσιάς είναι η βράκα. Στη Δυτική Κρήτη την ονομάζουν «κάρτσα», ενώ στην ανατολική «σ(χ)ιαλβάρι». Επικράτησε, όμως, σε ολόκληρη την Κρήτη να λέγεται, χρησιμοποιώντας τον πληθυντικό των όρων, βράκες ή «σαλβάρια» και να εννοείται με αυτό, το σύνολο της φορεσιάς.
Πιο αναλυτικά:
Το παραδοσιακό γιορτινό πουκάμισο του Κρητικού, υφαντό, μεταξωτό ή βαμβακερό, έχει χρώμα κυρίως άσπρο. Βέβαια, φορέθηκαν πουκάμισα και σε άλλα χρώματα, όπως ριγέ ή καρό. Ποτέ, όμως, δεν φορούσαν οι Κρητικοί μαύρο πουκάμισο στους γάμους, στους αρραβώνες, στα βαφτίσια, στις χαρές, στις γιορτές και στα πανηγύρια, γιατί το μαύρο ήταν δείγμα πένθους. Να σημειωθεί ότι η συνήθεια να φορούν οι Κρητικοί αδιακρίτως μαύρο πουκάμισο επικρατεί εδώ και μερικές μόλις δεκαετίες.
Το γιλέκι και το μεϊντάνι είναι κεντημένα με πολλά γαϊτάνια και τρεχήλια. Το διακοσμητικό κέντημα του μεϊντανιού γίνεται με βαθυκύανα ή μαύρα μεταξωτά στριφτά κορδονέτα (ποτέ με χρυσά), που λέγονται «χάρτζα».
Η ζώνη, που έχει μάκρος 5 έως και 6 μέτρα, τυλίγεται γύρω από τη μέση και έχει συνήθως χρώμα ερυθρό.
Το καπότο αποτελεί κοντό ως προς το μήκος χειμερινό επενδύτη και φέρει κουκούλα.
Το παραδοσιακό κεφαλοκάλυμμα της φορεσιάς είναι το κόκκινο σπαστό φεσάκι με τη μαύρη φούντα ή το «σαρίκι» με τη μορφή της μεγάλης μαντήλας. Μέχρι την εποχή του Μεσοπολέμου οι Κρητικοί φορούσαν κυρίως το σπαστό κόκκινο φεσάκι με τη μακριά φούντα, το οποίο δεν έχει καμιά σχέση με το κωνοειδές φέσι των Τούρκων. Παράλληλα φορούσαν και το μεγάλο μαντήλι, που πριν πάρει το τούρκικο όνομα «σαρίκι» λεγόταν «πέτσα». Είδος «πέτσας» φορούσαν οι Κρητικοί από τα τέλη του 15ου αιώνα. Την τύλιγαν στο κεφάλι τους και άφηναν τις άκρες να πέφτουν στους ώμους, εμπρός και πίσω. Πιο παλιά την «πέτσα» τύλιγαν στο λαιμό, είχε φαρδύτερες άκρες, που έπεφταν στους ώμους, και την έλεγαν «στόλα». Η «πέτσα» ονομαζόταν και «τζεβρές» , όταν οι Τούρκοι κατέλαβαν την Κρήτη. Το σαρίκι (μαντήλα), παλαιότερα, ήταν ένα μακρόστενο μεταξωτό πολύχρωμο μαντήλι, το περίφημο» «λαχουρί», με το οποίο αρκετοί Κρήτες τύλιγαν το σπαστό κόκκινο φεσάκι τους.
Να προσθέσουμε εδώ ότι το σύγχρονο πλεχτό μεταξωτό μαύρο σαρίκι με τα πυκνά κρόσσια, που μοιάζουν με δάκρυα, έκανε την εμφάνισή του το δεύτερο τέταρτο του 20 ού αιώνα στην Κεντρική Κρήτη. Τα πυκνά κρόσσια δείχνουν τα πολλά χρόνια της Τουρκοκρατίας στο νησί και συμβολίζουν με το σχήμα τους τη θλίψη και το θρήνο που προκάλεσε το ολοκαύτωμα της Μονής Αρκαδίου στα 1866.
Τα στιβάνια είναι φτιαγμένα από βακέτα σε άσπρο χρώμα για το καλοκαίρι και μαύρα από δέρμα για το χειμώνα.
Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της φορεσιάς είναι το ασημομάχαιρο. Στα χρόνια της Βενετοκρατίας λεγόταν «μπουνιάλο» ή «πουνιάλο». Επί Τουρκοκρατίας λεγόταν «πασαλής». Το τυπικό μαχαίρι με τη μορφή που διατηρήθηκε μέχρι σήμερα παρουσιάστηκε στα τέλη του 18ου αιώνα. Η λαβή ονομάζεται «μανίκα» και εμφανίζεται σε ποικιλία σχημάτων. Η πιο διαδεδομένη μορφή είναι αυτή που το τελείωμα της λαβής έχει σχήμα ουράς ψαριού ή αλλιώς σχήμα V. Τα μαχαίρια με τις σκουρόχρωμες κεράτινες λαβές ονομάζονται «μαυρομάνικα». Το «μαυρομάνικο» μαχαίρι παλαιότερα λεγόταν και «σκουρομαχαίρα». Η θήκη του μαχαιριού στην επίσημη φορεσιά ονομάζεται «φουκάρι». Είναι ασημένια καλαμιστή, δηλαδή σκαλισμένη με το καλέμι. Το ασημένιο φουκάρι είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακό και παρουσιάζει μεγάλη αισθητική αξία με πλουσιότατη διακόσμηση. Αποτελεί το βασικό ανδρικό κόσμημα και δηλώνει την κοινωνική θέση και την οικονομική κατάσταση του Κρητικού που το φοράει. Χαρακτηρίζει τους «καλόσειρους», δηλαδή τα ξεχωριστά πρόσωπα. Τα ασημένια μαχαίρια αποτελούσαν ιερό και αναπόσπαστο μέρος του οπλισμού και της εξάρτησης των πολεμιστών. Μεγάλη ήταν και η συμβολική αξία του μαχαιριού στην κοινωνική ζωή των Κρητικών.
Τέλος, η καδένα είναι ασημένια με φλουράκια. Κρέμεται από το λαιμό ή από κομβιοδοχή του γιλέκου μπροστά στο στήθος. Προορίζεται για ρολόι το οποίο τοποθετείται στην τσέπη του γιλέκου ή κρύβεται στη ζώνη.
Επιμέλεια Κειμένων Ασανάκη Μαίρη
πηγή: http://www.tsouchlarakis.com/KRITIKESFORESIES.htm